5.1.07

To [16]

Διαβάζω σε ρεπορτάζ της εφημερίδας «Ελευθεροτυπία» (6-8 Ιανουαρίου 2007, σελ. 3, Πάνος Σώκος) ότι ο πρόεδρος του Πασόκ «πρέπει να πείσει (…) ότι οι θέσεις του για το συγκεκριμένο [άρθρο 16] δεν ταυτίζονται με αυτές της Νέας Δημοκρατίας και είναι σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση».

Θεμιτή καθόλα φιλοδοξία και σκοπιμότητα αλλά αναρωτιέμαι και εγώ όπως και εκατοντάδες χιλιάδες συμπολίτες μας γιατί χρειάζεται «σώνει και ντε» η διαφοροποίηση και η «μη ταύτιση» όταν αναφερόμαστε σε ένα και μοναδικό ζητούμενο , την αναθεώρηση του άρθρου 16.

Δεν αναφερόμαστε προφανώς –εκτός κι αν κάνω λάθος…- ούτε στην φυσιογνωμία και το θεσμικό πλαίσιο οργάνωσης, λειτουργίας και διαχείρισης των υπαρχόντων ΑΕΙ, ούτε πολύ περισσότερο στο είδος των νέων μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων και τις εποπτικές/ελεγκτικές αρχές για το σύνολο της Ανώτατης Εκπαίδευσης. Μιλούμε απλά για την ικανοποίηση ενός ώριμου αιτήματος της κοινωνίας δηλαδή για την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος.

Ο κ. Παπανδρέου έχει κάθε δικαίωμα να οργανώσει την «άμυνα» ή την «αντεπίθεση» του ως επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης αλλά εκείνο που πρέπει να σκεφθεί μία και δύο και τρείς φορές είναι η συμπεριφορά ενός πολιτικού ηγέτη κρίνεται σε αυτές τις στιγμές όπου το «κομματικό» υποχωρεί απέναντι στο «συλλογικό» και οι κάθε λογής «Βενιζέλοι» και οι συνδικαλιστές της ΠΟΣΔΕΠ δεν μετρούν και τόσο όσο φαντάζεται κανείς αν η ζυγαριά από το άλλο μέρος φορτωθεί με τα αντικειμενικά μακροπρόθεσμα συμφέροντα των πολιτών και ιδιαίτερα των νέων.

Αντί άλλης συνέχειας 4 χαρακτηριστικά αποσπάσματα από ισάριθμα άρθρα που φιλοξενούνται στην έκδοση «Η Ελλάδα το 2007» και αφορούν τα ζητήματα που ανοίγει η αναθεώρηση του άρθρου 16.

Το πρώτο απόσπασμα προέρχεται από το άρθρο του κ. Θάνου Βερέμη.

Εξεγέρσεις ακραίας συντήρησης με παραπλανητική προμετωπίδα, έχουν υπάρξει τουλάχιστον δύο φορές στο ευρωπαϊκό παρελθόν του εικοστού αιώνα, με ολέθρια για την Ευρώπη αποτελέσματα. Στην περίπτωσή μας έχουμε να κάνουμε με την σύμπτωση τριών αταίριαστων συνήθως παραγόντων. α) Τον ανταγωνισμό δύο κομμάτων, που το μικρότερο έχει συμφέρον, όχι τόσο να σταματήσει τις μεταρρυθμίσεις, όσο να διαιωνίζεται η αναστάτωση υπό την καθοδήγησή του. β) Τους κομματικούς (συνήθως ισοβίους) φοιτητές που βλέπουν να διακυβεύεται η επιρροή τους στο πανεπιστήμιο από τις μεταρρυθμίσεις, και γ) μια μερίδα καθηγητών που απεύχεται κάθε αλλαγή η οποία θα διαταράξει την ισορροπία των κεκτημένων τους σε ένα πανεπιστήμιο που υπολειτουργεί. Η εντατικοποίηση των σπουδών θα πλήξει κυρίως τα δικά τους συμφέροντα. Όταν καταργήθηκε ο φεουδαλικός θεσμός της έδρας το 1982 το σύστημα έγινε ανομικό αντί για δημοκρατικό. Ο καθένας διδάσκων επιδόθηκε στα έργα της επιλογής του, εντός ή εκτός του πανεπιστημίου χωρίς κανέναν έλεγχο. Οι εντεταλμένοι των κομμάτων διδασκόμενοι κατέλαβαν το κενό της εξουσίας που άφησε η κατάργηση της έδρας και συνδιοικούν έκτοτε το πανεπιστήμιο μαζί με τις πρυτανικές αρχές που επιλέγουν οι ίδιοι. Επί 25 χρόνια τα ΑΕΙ απορυθμίζονται και καταλαμβάνονται ενίοτε από κομματικούς παράγοντες. Τα «επαναστατικά» τους αιτήματα είναι το δημόσιο και το δωρεάν πανεπιστήμιο, η δωρεάν σίτιση, οι πολλές εξεταστικές περίοδοι και παλαιότερα η «αποεντατικοποίηση» των σπουδών.

Το δεύτερο απόσπασμα προέρχεται από το άρθρο του κ. Βασίλη Βασσάλου.

Στη χώρα μας δυστυχώς δεν έχουν ριζώσει ακόμα οι αρχές μιας φιλελεύθερης κοινωνίας, με πρώτη αρχή την κοινωνία των νόμων. Ο νόμος δεν αντιμετωπίζεται ως εξασφάλιση της ελευθερίας μας, αλλά ως κάτι έξω από μας, που μας περιορίζει αυθαίρετα, και έχουμε το δικαίωμα, και ενίοτε την υποχρέωση, να τον παραβιάζουμε ανάλογα με το ατομικό μας συμφέρον. «Πακέτο» με αυτή την ατμόσφαιρα διάχυτης ανομίας πάει και η έλλειψη παράδοσης κριτικού ελέγχου, που οδήγησε εύκολα την τελευταία εικοσαετία στην απαξίωση -σχεδόν κάθε έννοιας αξιολόγησης- και στην άρνηση -ακόμα και της δυνατότητας- για αμερόληπτη κρίση. Η αξιολόγηση, αντί να αντιμετωπίζεται ως ατομική και συλλογική ευθύνη που σκοπεύει στην ατομική και συλλογική βελτίωση, ελεεινολογείται, υπονομεύεται και εν τέλει μεταφέρεται ως αρμοδιότητα, μονίμως, σε … κάποιον άλλον. Το αποτέλεσμα: Η αποποίηση ευθυνών σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο έχει γίνει το αγαπημένο μας σπορ και, ελλείψει ελέγχου, η αίσθηση του καθήκοντος έχει ατονήσει. Οι επιπτώσεις μιας τέτοιας αντιμετώπισης στη λειτουργία των πανεπιστημίων και των οργάνων τους είναι φαντάζομαι προφανείς.

Το τρίτο προέρχεται από το άρθρο του κ. Πάσχου Μανδραβέλη.


Είναι αστείο, αλλά η ακαδημαϊκή κοινότητα αντί να συζητά για το πώς θα βελτιωθούν τα δημόσια ΑΕΙ, ασχολείται με το πώς δεν μπορούν εκ φύσεως να υπάρξουν καλά ιδιωτικά ΑΕΙ. Δεν ασχολείται με τα χάλια του σπιτιού της, ελεεινολογεί τον γείτονα που θα εγκατασταθεί δίπλα της. Για μια ακόμη φορά, αποφεύγει να κοιτάξει τις αναπηρίες της δημόσιας παιδείας. Ασχολείται με την πιθανολογούμενη, αλλά όχι σίγουρη, «καμπούρα» της ιδιωτικής ανώτατης παιδείας.Αυτό δεν είναι αποτέλεσμα του αριστερού συντηρητισμού που κυριαρχεί στη χώρα μας. Εχει και υλική βάση. Είναι η βολή της καθεστηκυίας κατάστασης. Μπορεί η ανώτατη παιδεία να ακολουθεί χρόνια τώρα μια σπειροειδή κατιούσα πορεία, αλλά σ’ αυτήν την παρακμή υπάρχουν πολλά επενδυμένα μικροσυμφέροντα. Η δημιουργία μη κρατικών ΑΕΙ μπορεί να ταράξει τα λιμνάζοντα ύδατα κι αυτό μπορεί να χαλάσει τη βολή πολλών.

Το τέταρτο και τελευταίο προέρχεται από το άρθρο του κ. Χρήστου Χατζηεμμανουήλ.

Επί της αρχής, η ισχύουσα συνταγματική διάταξη είναι προφανώς ανελεύθερη και κρατικιστική, καθώς περιορίζει τις επιλογές του μη κρατικού τομέα – και μάλιστα, στον τομέα της μη κερδοσκοπικής, κοινωφελούς δράσης. Οι υποστηρικτές της ισχυρίζονται, βέβαια, ότι προωθεί την ισότητα των ευκαιριών, εμποδίζοντας την διαμόρφωση μιας ταξικά διαστρωματωμένης τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, όπου μόνον οι «πλούσιοι» έχουν πρόσβαση στα καλύτερα (εννοείται: ιδιωτικά!) πανεπιστήμια. Αυτό το επιχείρημα απηχεί μια προκρούστεια, ισοπεδωτική λογική: όλοι πρέπει να βρίσκονται στο ίδιο ακριβώς επίπεδο, και συνεπώς κανείς δεν επιτρέπεται να διαθέτει διευρυμένες επιλογές! Η ισότητα, εν ολίγοις, επιδιώκεται όχι προς τα πάνω, δια της διασφάλισης νέων ευκαιριών για τους μη έχοντες, αλλά προς τα κάτω, δια του περιορισμού της ελευθερίας των υπολοίπων.
Η λογική αυτή, πέρα από βαθειά ανελεύθερη, είναι και ανεδαφική. Η απαγόρευση των ιδιωτικών πανεπιστημίων δεν μπόρεσε να διασφαλίσει την ισότητα της πρόσβασης στα δημόσια, αφού ο δρόμος για τα τελευταία κατέληξε να περνά από την φροντιστηριακή παραπαιδεία· ούτε, βέβαια, κατόρθωσε να αποκλείσει την εναλλακτική λύση των σπουδών στο εξωτερικό – λύση ακόμη λιγότερο ανοικτή στους μη έχοντες. Αντιθέτως, έσπρωξε αμέτρητα παιδιά να καταφύγουν για σπουδές στο εξωτερικό, καθιστώντας την χώρα μας παγκόσμια πρωταθλήτρια στην φοιτητική μετανάστευση – και μάλιστα, με τα Ελληνόπουλα να πηγαίνουν, όχι για μεταπτυχιακά στην Οξφόρδη, αλλά για βασικές σπουδές στο Βουκουρέστι ή στο Πανεπιστήμιο του Λούτον. Οδήγησε, ταυτόχρονα, στην ελληνική πατέντα της τριτοβάθμιας παραπαιδείας, την οποία προσφέρουν εμπορικά ψευτο-παραρτήματα ξένων πανεπιστημίων δεύτερης διαλογής. Το συνταγματικά κατοχυρωμένο μονοπώλιο όχι μόνον δεν παρεμπόδισε αυτό το φαινόμενο, αλλά ουσιαστικά το προξένησε, αφού η αυξημένη ζήτηση για εκπαιδευτικές υπηρεσίες δεν μπορούσε να ικανοποιηθεί αλλιώς.

2 σχόλια:

Θέμης Λαζαρίδης είπε...

Ενδιαφέροντα άρθρα. Είναι στο διαδίκτυο αυτό το «Ελλάδα 2007»;

Συμφωνώ σε όλα. Γιατί άραγε πρέπει το ΠΑΣΟΚ σόνι και καλά να διαφοροποιηθεί; Είναι κακό να συμφωνούν επί τέλους τα δύο μεγάλα κόμματα σε κάτι;

Κ.Τ - FREEBLOGGER είπε...

Η ετήσια έκδοση "Η Ελλάδα το 2007" μαζί με την ελληνική έκδοση της διεθνούς "Ο Κόσμος το 2007" (Economist)πωλείται στα περίπτερα και στα άλλα σημεία διανομής σε όλη την Ελλάδα. Η έκδοση θα βρίσκεται στο διαδίκτυο σύντομα στο site του Forum "ΑΓΟΡΑΙΔΕΩΝ" (www.agoraideon.gr).